1. Η επίθεση των Πάρθων και η κινητοποίηση των Ρωμαίων
Ύστερα από μια μακρά περίοδο ειρήνης στα ανατολικά σύνορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η κατάσταση άλλαξε δραματικά το 161 μ.Χ. Την άνοιξη, λίγο μετά την ενθρόνιση των συναυτοκρατόρων Μάρκου Αυρηλίου και Λούκιου Βήρου, ο Πάρθος βασιλιάς Βολογάσης Δ΄1εξαπέλυσε επίθεση που σχεδιαζε από καιρό, ξεκινώντας έτσι έναν ακόμη πόλεμο μεταξύ Παρθίας και Ρώμης.2 Αν και οι πληροφορίες από τις σωζόμενες αρχαίες πηγές είναι ιδιαίτερα λιγοστές και αποσπασματικές, ο συνδυασμός τους με κάποια αρχαιολογικά στοιχεία επιτρέπει σε γενικές γραμμές την ανασύνθεση των γεγονότων.
Ο στρατός του Βολογάση εισέβαλε στην Αρμενία και ο Πάρθος πρίγκιπας Πάκωρος ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Ο κελτικής καταγωγής κυβερνήτης της Καππαδοκίας, Μάρκος Σεδάτιος Σεβηριανός, προχώρησε με μία λεγεώνα στην Αρμενία για να αντιμετωπίσει τον εισβολέα αλλά παγιδεύτηκε στην Ελεγεία (πιθανότατα σημ. Iliça) από τις δυνάμεις του στρατηγού Οσρόη. Μέσα σε τρεις μέρες το ρωμαϊκό στράτευμα εξοντώθηκε σχεδόν ολοσχερώς ενώ ο Σεβηριανός αυτοκτόνησε.3 Το μέτωπο διευρύνθηκε όταν άλλη παρθική στρατιά χτύπησε την Οσροηνή και κατέλαβε την Έδεσσα (σημ. Urfa). Ο φιλορωμαίος βασιλιάς Μάννος εκθρονίστηκε και στη θέση του τοποθετήθηκε κάποιος με το συριακό όνομα Wael, γνωστός μόνο από νομίσματα.4 Μετά τις επιτυχίες τους αυτές οι Πάρθοι πέρασαν τον Ευφράτη και προέλασαν στη Συρία. Ο Ρωμαίος κυβερνήτης, Λεύκιος Αττίδιος Κορνηλιανός, προσπάθησε να τους αναχαιτίσει αλλά ηττήθηκε και υποχώρησε.5 Η κατάσταση έγινε πλέον εξαιρετικά κρίσιμη καθώς φαίνεται ότι ενυπήρχαν επαναστατικές διαθέσεις στον πληθυσμό της Συρίας.6
Στη Ρώμη αποφασίστηκε να αναλάβει προσωπικά την εκστρατεία ο Λούκιος Βήρος, ο οποίος αναχώρησε με πλοίο από την Ιταλία το 162 μ.Χ. Αφού πέρασε από Κόρινθο, Αθήνα, Χίο και Έφεσο συνέχισε ακτοπλοϊκώς σε Λυκία, Παμφυλία και Κιλικία. Η όλη πορεία του προς τη Συρία φέρεται να ήταν αργή και συνοδευμένη από πολυτελείς εορταστικές εκδηλώσεις.7 Στα τέλη του 162 ή στις αρχές του 163 μ.Χ. έφτασε στην Αντιόχεια (σημ. Antakya) όπου εγκατέστησε το στρατηγείο του για τα επόμενα χρόνια.8 Κατά την παραμονή του στη Συρία ο Βήρος δε φαίνεται να επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τα στρατιωτικά του καθήκοντα και άφησε τη διεύθυνση των επιχειρήσεων στους έμπειρους στρατηγούς του. Τα καλοκαίρια διέμενε στη Δάφνη, προάστιο της Αντιόχειας, τους χειμώνες στην παραθαλάσσια Λαοδίκεια (σημ. Lattakia) και τον υπόλοιπο καιρό βρισκόταν στην Αντιόχεια, ενώ η κύρια ασχολία του ήταν οι διασκεδάσεις, τα θεάματα και το κυνήγι.9 Μάλιστα η συμπεριφορά και ο τρόπος ζωής του αποτέλεσαν αντικείμενο χλευασμού από τους ντόπιους.10 Μόνο μετά από επιμονή του επιτελείου του έκανε μια σύντομη επίσκεψη το 163 μ.Χ. στο μέτωπο του Ευφράτη απ' όπου και γύρισε εσπευσμένα στην Έφεσο για να υποδεχτεί τη μέλλουσα σύζυγό του, αδελφή του Μάρκου Αυρήλιου.11
Στο μεταξύ βέβαια υπήρξε μεγάλη κινητοποίηση και συγκέντρωση δυνάμεων στις απειλούμενες περιοχές. Από την Ευρώπη έφτασαν τρεις πλήρεις λεγεώνες, η I Minervia, II Adiutrix και V Macedonica ενώ πιθανότατα πήραν επίσης μέρος στον πόλεμο αποσπάσματα ή ολόκληρες οι I Adiutrix , II Traiana, III Augusta, III Gallica και X Gemina.12 Τέλος, υπάρχει αναφορά για συμμετοχή ενός κελτικού και ενός μαυριτανικού σώματος.13 Ωστόσο, εξαιτίας της σχετικής παραμέλησης κατά την ειρηνική περίοδο αλλά και της πρόσφατης ήττας τους, οι λεγεώνες της Συρίας βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση από άποψη στρατιωτικής ικανότητας, πειθαρχίας, εξοπλισμού και ηθικού. Έτσι η διοίκηση έλαβε τα αναγκαί πλην σκληρά μέτρα για τη βελτίωσή τους πριν από την ανάληψη πολεμικής δράσης.14
2. Η ρωμαϊκή αντεπίθεση
Αρχικά ο Βήρος έκανε μια διπλωματική προσπάθεια αλλά οι ειρηνευτικές του προτάσεις απορρίφθηκαν από το Βολογάση.15 Πρώτος στόχος της ρωμαϊκής αντεπίθεσης ήταν η Αρμενία όπου ο νέος κυβερνήτης της Καππαδοκίας, Μάρκος Στάτιος Πρίσκος,16 εισέβαλε το 163 μ.Χ. Μέχρι το τέλος του έτους εκδίωξε τους Πάρθους και το βασιλιά Πάκωρο και κατέλαβε την πρωτεύουσα, Αρτάξατα. Επιπλέον, εδραίωσε την κυριαρχία της Ρώμης στην περιοχή ιδρύοντας νέα πρωτεύουσα, την Καινόπολη, στην οποία εγκαταστάθηκε μόνιμη ρωμαϊκή φρουρά για αρκετά χρόνια. Αμέσως μετά τη νίκη αυτή ο Βήρος πήρε τον τίτλο Armeniacus (Αρμένικος ) και το 164 π.Χ. τοποθέτησε στο θρόνο της Αρμενίας το Σόαιμο, παρθικής καταγωγής Ρωμαίο συγκλητικό.17Αξιοσημείωτο παρεπόμενο της αρμενικής εκστρατείας φαίνεται ότι ήταν η μετατροπή της Βιθυνίας από συγκλητική σε αυτοκρατορική επαρχία πιθανώς το 164/5 μ.Χ. εξαιτίας της στρατηγικής σημασίας που της προσέδωσαν οι περιστάσεις της εποχής καθώς από εκεί ξεκινούσαν οι οδικές αρτηρίες που μέσω Παφλαγονίας και Γαλατίας κατέληγαν στην Αρμενία. Λόγω της ανάγκης για μεταφορά στρατευμάτων από την Ευρώπη στην Ασία και προφανώς της απόφασης για άσκηση στενότερου ελέγχου στην Αρμενία, όπως πρόσφατα είχαν επιδείξει ο Πρίσκος με το Βήρο, κρίθηκε σκόπιμο να υπάγεται πλέον η Βιθυνία στον αυτοκράτορα.18
Για τις εκστρατείες που ακολούθησαν σε Συρία και Μεσοποταμία, τα ελάχιστα διαθέσιμα στοιχεία καθιστούν αδύνατη την παρουσίαση μιας εντελώς ξεκάθαρης εικόνας των επιχειρήσεων και την ακριβή χρονολόγησή τους. Κατά συνέπεια, έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές για την πορεία του πολέμου.19
Πιθανώς κατά τη διάρκεια του 163 μ.Χ. μια ρωμαϊκή στρατιά υπό τον Αβίδιο Κάσσιο απώθησε σταδιακά τους Πάρθους από τη Συρία και το επόμενο έτος προχώρησε νότια κατά μήκος του Ευφράτη όπου συγκρούστηκε με τον αντίπαλο στη Σούρα. Ακολούθως πέρασε τον ποταμό και κατέλαβε τα Δαύσαρα και το Νικηφόριο (σημ. Rakka). Το 165 μ.Χ. ο Κάσσιος προέλασε πάλι στο νότο, νίκησε τους Πάρθους σε μεγάλη μάχη κοντά στη Δούρα-Ευρωπό και κατέλαβε την πόλη ενώ ίσως αυτή την περίοδο κάποιοι από τους υποτελείς ηγεμόνες του Βολογάση εγκατέλειψαν τον κοινό αγώνα. Έπειτα μεσολάβησε κάποια συμφωνία ή ανακωχή και ο Κάσσιος έφτασε ειρηνικά στη Σελεύκεια, η οποία διέθετε ακόμα πολυάριθμο ελληνικό στοιχείο. Ωστόσο το Δεκέμβριο του 165 μ.Χ. οι Ρωμαίοι λεηλάτησαν την πόλη και πυρπόλησαν μέρος της προφασιζόμενοι παραβίαση της συμφωνίας από τους κατοίκους της Σελεύκειας. Την ίδια τύχη είχε και η παρθική πρωτεύουσα Κτησιφών, όπου καταστράφηκε και το ανάκτορο του Βολογάση. Όμως στη Σελεύκεια μερικοί στρατιώτες προσβλήθηκαν από ασθένεια μάλλον άγνωστη μέχρι τότε στο δυτικό κόσμο, πιθανότατα ευλογιά. Πολύ σύντομα η θανατηφόρα επιδημία εξαπλώθηκε και ανάγκασε τους Ρωμαίους σε υποχώρηση προς τη Συρία αφήνοντας πίσω τους πολλούς νεκρούς. Αργότερα, με την επιστροφή των αντρών από τον Παρθικό πόλεμο, η επιδημία έπληξε τη Μικρά Ασία και την Ευρώπη με ολέθρια αποτελέσματα.20
Ασαφές παραμένει το πότε ακριβώς οι Ρωμαίοι ανακατέλαβαν την Οσροηνή και επανέφεραν στο θρόνο της Έδεσσας το Μάννο. Ωστόσο η κατάληψη της Νίσιβης (σημ. Nusayabin), στην οποία είχε επίσης ξεσπάσει η επιδημία, έγινε μάλλον στις αρχές του 166 μ.Χ. Το μόνο σίγουρο φαίνεται να είναι ότι η προέλαση συνεχίστηκε ανατολικότερα, πέρα από τον Τίγρη, και τερματίστηκε την άνοιξη του 166 μ.Χ. με τη διείσδυση στη Μηδία του στρατεύματος του Κάσσιου.21 Ήδη έπειτα από τις νίκες του προηγούμενου έτους στη Μεσοποταμία ο Βήρος είχε ονομαστεί Parthicus Maximus (Μέγιστος Παρθικός) ενώ αυτή η τελευταία επιτυχία τού απέφερε και τον τίτλο Medicus (Μηδικός).22 Προφανώς ο Βολογάσης ήταν πλέον σε πολύ δύσκολη θέση και αναγκάστηκε να συνάψει συνθήκη αλλά για τους όρους της τίποτα δεν είναι γνωστό. Αναμφίβολα και η επιδημία θα έπαιξε ρόλο στην απόφαση των εμπολέμων για παύση των εχθροπραξιών.
Ύστερα από το τέλος του πολέμου, κυβερνήτης της Καππαδοκίας ορίστηκε ο Μάρτιος Βήρος, διοικητής της λεγεώνας V Macedonica, ο οποίος είχε διακριθεί κυρίως κατά τις επιχειρήσεις στην Αρμενία.23 Αφού διευθέτησε διάφορα άλλα διοικητικά θέματα, ο αυτοκράτορας αναχώρησε απρόθυμα από τη Συρία για Ρώμη στις αρχές καλοκαιριού και διασχίζοντας τη Μικρά Ασία έφτασε στην Έφεσο όπου φυσικά τον υποδέχτηκαν με τιμές ενώ αργότερα κατασκευάστηκε και επιβλητικό μνημείο για τη νίκη του.24 Από την Έφεσο περνούσαν επίσης για 13 μήνες τα στρατεύματα που επέστρεφαν στην Ευρώπη και την τροφοδοσία τους ανέλαβε ο τοπικός αξιωματούχος και σοφιστής Φλάβιος Δαμιανός.25 Μετά την άφιξη του Βήρου στη Ρώμη στα τέλη καλοκαιριού του 166 μ.Χ. τελέστηκε θρίαμβος.26
Η ήττα του Βολογάση ήταν ένα ακόμα βήμα προς την πρόσκαιρη παρακμή της Παρθίας και την πτώση της δυναστείας των Αρσακιδών. Τα ουσιαστικά εδαφικά κέρδη της Ρώμης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλα. Υπήρξε βέβαια επέκταση ανατολικά του Ευφράτη και τα σύνορα μετακινήθηκαν περίπου στη γραμμή Ευρώπου – ποταμού Χαβώρα (σημ. Khabur ) – σημερινού όρους Jabal Sinjar. Για τα επόμενα τριάντα χρόνια επικράτησε ειρήνη μεταξύ των δύο κρατών παρά τις κάποιες παροδικές στιγμές έντασης.27
1. Από παλαιότερους ιστορικούς αναφέρεται ως Βολογάσης ο Γ΄. Για τον αριθμό των Πάρθων βασιλέων με αυτό το όνομα, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία, βλ. CHI 3 (1), σελ. 94 (A.D.H. Bivar). 2. Δίων 81.2.1· Scriptores Historiae Augustae, Marc. Antonin. 8.6. 3. Δίων 81.2.1· Λουκ., Ιστ. Συγγρ. 21,25· Λουκ., Αλέξ. 27 όπου ο χαρακτηρισμός «ηλίθιος Κελτός»· Fronto, Ep. Ad Ver. Imp. 2.1.15. Η λεγεώνα της Καππαδοκίας που εξοντώθηκε πιθανολογείται ότι ήταν η IX Hispana, βλ. CAH XI, σελ. 158 (A.R. Birley). 4. Millar, F., The Roman Near East (London – Cambridge – Massachussets 1994), σελ.112· Debevoise, N.C., A Political History of Pathia (Chicago 1969), σελ. 246, και σημ. 26. 5. Δίων 81.2.1-2· Scriptores Historiae Augustae, Marc. Antonin. 8.6. 6. Scriptores Historiae Augustae, Verus 6.9. 7. Scriptores Historiae Augustae, Verus 6.9. Για Χίο IGR IV 934, Πάταρα IGR III 666, Έφεσο ενδεικτικά CAH XI, σελ.161, σημ.62 (A.R. Birley). 9. Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.1, 7.1.3-4, Marc. Antonin. 8.12. 10. Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.4-5. 11. Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.6-7, Marc. Antonin. 9.4-6. 12. Debevoise, N.C., A Political History of Parthia (Chicago 1969), σελ. 247-248· CAH XI, σελ.161-162 (A. R. Birley). 13. Λουκ., Ιστ. Συγγρ. 31. Προφανώς κάποια από τα συμμαχικά σώματα (auxilia). 14. Fronto, Princ. Hist. 12-13, Ep. Ad Ver. 2.11.19· Scriptores Historiae Augustae, Avid. Cas. 5.4-6.4 με διαφορετικές βέβαια εκδοχές για την πατρότητα των μέτρων αυτών. 15. Fronto, Princ. Hist. 14· Ναζάρ., Πανηγ. 24.6. Σύμφωνα με τον A.R. Birley αυτό έγινε μετά την επιτυχή αντεπίθεση στην Αρμενία, βλ. CAH XI, σελ. 162 (A.R. Birley). 17. Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.1-3, Marc Antonin. 9.1· Fronto, Ep. Ad Ver. Imp. 2.1.3, 15· Δίων 81.3. Για διάφορες πτυχές της αρμενικής εκστρατείας, Millar, F., The Roman Near East (London – Cambridge – Masschussets 1994), σελ. 113· Debevoise, N.C., A Political History of Parthia (Chicago 1969), σελ. 249· CAH XI, σελ. 162-163 (A.R. Birley)· Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 1530-1531, σημ. 4. Αναλυτικά για τη χρονολόγηση γεγονότων της αρμενικής και παρθικής εκστρατείας με βάση τα νομισματικά στοιχεία, βλ. Dodd, C.H., "Chronology of the Eastern Campaigns of the emperor Lucius Verus", NC XI (1911), σελ. 209-267. 18. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 662, 1532-1533, σημ. 7. Προς τα τέλη της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου η σύγκλητος έλαβε ως αντάλλαγμα τη Λυκία-Παμφυλία. 19. Διάφορες εκδοχές σε Millar, F., The Roman Near East (London – Cambridge – Massachussets 1994), σελ. 112-113· Debevoise, N.C., A Political History of Parthia (Chicago 1969), σελ. 24-253· CAH XI, σελ. 162-164 (A.R. Birley)· Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 661-662· Garzetti, A., From Tiberius to the Antonines (London 1976), σελ. 478-479· CHI 3 (1), σελ. 93-94 (A.D.H. Bivar ). 20. Δίων 81.2.2-4, 81.3· Λουκ., Ιστ. Συγγρ. 29 μάχη στη Σούρα, 20 και 28 μάχη στον Ευρωπό· Fronto, Ep. Ad Ver. Imp. 2.1.3, Δαύσαρα και Νικηφόριο. Scriptores Historiae Augustae, Verus 8.4, κατάληψη Σελεύκειας. Scriptores Historiae Augustae, Verus 8.1-3 και Αμμιαν. Μαρκ. 23.6.24, Σελεύκεια και επιδημία. Αναλυτικά για την επιδημία, βλ. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 1533, σημ. 8. 21. Λουκ., Ιστ. Συγγρ. 22 (Κατάληψη Έδεσσας), 15 (Κατάληψη Νίσιβης), 30 (Κατάληψη Μηδίας). Για την προέλαση στην Έδεσσα βλ. επίσης Προκόπ., Υπέρ των πολ.2.12.29 και για την προέλαση στη Μηδία Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.2. 22. Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.2-3, Marc. Antonin. 9.2. 23. Δίων 81.3· Debevoise, N.C., A Political History of Parthia (Chicago 1969), σελ. 247, σημ. 34· CAH XI, σελ. 162, σημ. 63 και σελ. 164, σημ. 68 (A.R. Birley). 24. Για το Βήρο στην Έφεσο βλ. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 1523, σημ. 6. Για το μνημείο των Πάρθων στην Έφεσο βλ. Liverani, P., "Il monumento antonino di Efeso", στο Rivista dell’Istituto nazionale d’archeologia e storia dell’arte (1996-1997), σελ. 153-174 και Stähler, K., "Lucius Verus Parthicus Medicus. Zum Parthenslachtfries aus Ephesos", Boreas 10 (1987), σελ. 107-116. 25. Περί Δαμιανού, Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 1532, σημ. 6 και CAH XI, σελ. 165, σημ. 69 (A.R. Birley). 26. Scriptores Historiae Augustae, Verus 7.9. 27. Mommsen, T., The Provinces of the Roman Empire 2 (London 1886), σελ. 77· Millar, F., The Roman Near East (London – Cambridge – Massachussets 1994), σελ. 113-114· Debevoise, N.C., A Political History of Parthia (Chicago 1968), σελ.254· CHI 3 (1), σελ. 94 (A.D.H. Bivar)· CAH XI, σελ. 164-165 (A.R. Birley).
|
|
|