Αντιόχεια επί Ορόντου (Βυζάντιο), Λουτρό C

1. Ταυτότητα του μνημείου

Το 1932 ήρθαν στο φως οι μεγαλύτερες σε μέγεθος και πιο πλούσιες σε ψηφιδωτό διάκοσμο θέρμες της Αντιόχειας επί Ορόντου. Η αποκάλυψη προέκυψε στο πλαίσιο των αρχαιολογικών ανασκαφών της αμερικανικής αποστολής στην ευρύτερη περιοχή. Το μνημείο ανήκει στον αυτοκρατορικό τύπο, με συνολικά είκοσι μεγαλοπρεπή, επιβλητικά και ευρύχωρα δωμάτια, οργανωμένα στο κεντρικό τμήμα της κάτοψης, ενώ γύρω απ' αυτό αναπτύσσονται συμμετρικά οι διάφοροι βοηθητικοί χώροι. Στην κατασκευή του αναγνωρίζονται τρεις οικοδομικές φάσεις, από τον 3ο αι. μ.Χ. ως το β΄ μισό του 6ου αι. μ.Χ.

Η γενική κάτοψη των θερμών, σε σχήμα διπλού σταυρού, σχηματίζεται από έναν κύριο κατά μήκος άξονα με προσανατολισμό βορρά-νότο, ο οποίος αποτελεί άξονα συμμετρίας και τέμνεται από δύο άλλους άξονες, δευτερεύοντες εγκάρσιους, με προσανατολισμό ανατολή-δύση, οι οποίοι διασχίζουν τις αίθουσες του caldarium (θερμού οίκου) και του frigidarium (ψυχρού οίκου). Τα επιμέρους δωμάτια οργανώνονται γύρω από τους τρεις πυρήνες των frigidarium, tepidarium (χλιαινομένου οίκου) και caldarium, χώρους που συναντούσε κατ' αυτή τη σειρά ο εισερχόμενος επισκέπτης.

2. Αρχιτεκτονική περιγραφή

2.1. Είσοδος

Η είσοδος στις θέρμες πραγματοποιείται μέσα από ένα μεγαλοπρεπές πρόπυλο που διαμορφώνεται στη νότια όψη του κτηρίου. Αυτό περιλαμβάνει κλίμακα και κιονοστοιχία και ορίζεται από δύο στιβαρούς τετράγωνους πύργους στα άκρα του.

Από το χώρο του πρόπυλου ο επισκέπτης επιλέγει την πορεία του μέσα στο κτήριο μέσω της κεντρικής ή μέσω μίας από τις πλευρικές εισόδους της κύριας όψης και οδηγείται μέσω δύο μικρών προθαλάμων στα δύο μεγάλα αντίστοιχα διευθετημένα αποδυτήρια. Καθένα από αυτά διαθέτει ένα πρόσθετο δωμάτιο στη νότια πλευρά του, ώστε να εξασφαλίζει περισσότερο χώρο για την αλλαγή των ρούχων και το ιματιοφυλάκιο.

2.2. Frigitarium, tepidarium

Η επικοινωνία των αποδυτηρίων με τον κεντρικό οκταγωνικό χώρο του frigidarium επιτυγχάνεται μέσα από πλάγιες θύρες. Ο χώρος του frigidarium, που σκεπαζόταν από θόλο, αποτελούσε το κύριο αρχιτεκτονικό στοιχείο των θερμών. Τέσσερις ημικυκλικές κόγχες διαμορφώνονταν στις απολήξεις των διαγωνίων του, όπου βρίσκονταν οι εξέδρες, περιλαμβάνοντας την οκταγωνική πισίνα στο κέντρο. Η νότια θύρα του frigidarium οδηγούσε στον κεντρικό χώρο του tepidarium. Ο "χλιαινόμενος οίκος" περιλάμβανε μια επιμήκη κεντρική αίθουσα, η οποία επικοινωνεί με τρία πλευρικά δωμάτια διατεταγμένα από το μικρότερο προς το μεγαλύτερο, βοηθητικούς χώρους που διαμορφώνονται τόσο στην ανατολική όσο και στη δυτική πλευρά του. Η Fisher1κάνει την υπόθεση ότι τα μικρότερα από τα τρία πλευρικά διαδοχικά δωμάτια του tepidarium χρησίμευαν ως αποδυτήρια, τα μεσαία ως sudatoria (χώροι υγρής εφίδρωσης ) και τα επόμενα, τα νοτιότερα ως laconica (χώροι ξηρής εφίδρωσης), όπως μαρτυρεί η αποκάλυψη στυλίσκων των υποκαύστων κάτω από το δάπεδό τους.

2.3. Caldarium

Ανάμεσα στην επιμήκη κύρια αίθουσα του tepidarium και την κεντρική αίθουσα του caldarium υπάρχει ένας προθάλαμος, στον οποίο βρέθηκαν επίσης στυλίσκοι των υποκαύστων. Ο νοτιότερος πυρήνας των θερμών, το caldarium αποτελείται από μία κεντρική οκταγωνική αίθουσα και από τέσσερις πλευρικές αίθουσες διατεταγμένες ανά ζεύγη στην ανατολική και δυτική πλευρά της. Η κεντρική οκταγωνική αίθουσα έχει τέσσερις εξέδρες και μοιάζει σε κάτοψη με το frigidarium. Τα πλευρικά ζεύγη δωματίων στη δυτική και ανατολική πλευρά της είναι όμοια, επικοινωνούν μεταξύ τους, διαμορφώνουν ημικυκλικές κόγχες στη μία στενή πλευρά τους και περιλάμβαναν υπόκαυστα. Στο νότιο τοίχο όλων των δωματίων του caldarium διαμορφώνονται ορθογώνιες κόγχες (δωμάτιο 5, 8, 20) που συνδέονταν με το praefurnium (την εστία) και τις δεξαμενές.

3. Χρονολόγηση του μνημείου

Το οικοδόμημα των θερμών χτίστηκε σε περιοχή που καταλάμβαναν κατοικίες σε προγενέστερη περίοδο, όπως μαρτυρούν οι ανασκαφικές ενδείξεις. Διακρίνουμε σε αυτό τρεις κύριες οικοδομικές φάσεις: η πρώτη χρονολογείται στην εποχή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου (195-211 μ.Χ.) με βάση ένα εύρημα της νομισματικής, η δεύτερη μετά το β΄ μισό του 4ου αι. μ.Χ., με βάση την τεχνοτροπία των ψηφιδωτών που κάλυπταν τα δάπεδα των θερμών, και η τελευταία, στο β΄ μισό του 6ου αι. μ.Χ., με βάση ένα ψηφιδωτό χαμηλής κατασκευαστικής και καλλιτεχνικής αξίας το οποίο κάλυπτε το δωμάτιο 51. Οικοδομικές επεμβάσεις και προσθήκες μικρής σημασίας συνεχίστηκαν μέχρι περίπου το έτος 1000 μ.Χ., κατά τις οποίες κατασκευάστηκαν ορισμένα προσκτίσματα.

4. Αξιολόγηση του μνημείου

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των υστερορωμαϊκών θερμών στην Αντιόχεια επί Ορόντου, που ακολουθούν τον αυτοκρατορικό τύπο ως προς την οργάνωση των χώρων τους, φαίνεται αφενός από την απουσία παλαίστρας2 και αφετέρου από την επιτυχή και εκτεταμένη χρήση του οκταγώνου. Το οκτάγωνο, αρχιτεκτονική μορφή που αναπτύχθηκε στη Δύση, απομονώθηκε όμως και χρησιμοποιήθηκε με μνημειακό χαρακτήρα στην Ανατολή, εξέλιξη που επιβεβαιώνει η ομοιότητα των θερμών C της Αντιόχειας με τα Νότια Λουτρά της συριακής πόλης Bosra, όπως διαπιστώνει ο Yegül.3 Σε τελευταία ανάλυση, ο τύπος των θερμών, γνωστός από προηγούμενες ιστορικές περιόδους, εξελίχθηκε και εντάχθηκε στην πολιτισμική παράδοση και νοοτροπία της Ανατολής, για να εξελιχθεί κατά περίπτωση σύμφωνα με το τοπικό αρχιτεκτονικό ιδίωμα.

Το αίσθημα αστικής μεγαλοπρέπειας που αποπνέει το συγκρότημα των θερμών C της Αντιόχειας ως δημόσιο κτήριο υστερορωμαϊκών χρόνων αποδίδεται από τη μνημειακότητα που χαρακτηρίζει την είσοδο από το δημόσιο δρόμο. Αυτή επιτυγχάνεται μέσω ενός υπερυψωμένου πρόπυλου με κιονοστοιχία, το οποίο προβάλλεται χάρη στην κλίμακα που αναπτύσσεται κατά μήκος όλης της κύριας όψης και στους τετράγωνους πύργους που το πλαισιώνουν στα άκρα του. Ανάλογη μνημειώδη είσοδο συναντούμε στη Συρία, στο Βaalbek, στο ναό του Δία Ηλιοκαμίνου και στα προπύλαια με πύργους του Καρακάλλα (198-217 μ.Χ.).



1. Fischer, C.S. "Bath C", στο Stilwell R. (ed.), Antioch on the Orontes I, The Excavations of 1932 (Princeton 1934), σελ.19-31.

2. Yegül, F., "Baths and Bathing in Roman Antioch", στο: C. Kondoleon (ed.) Antioch The lost ancient city (Princeton 2000), σελ.146.

3. Yegül, F., Bath and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 326.