1. Εισαγωγή
Τα σωζόμενα έργα μεγάλης πλαστικής από την Αιολίδα είναι λίγα και μεμονωμένα. Αντίθετα, άφθονα είναι τα έργα μικροπλαστικής σε πηλό και εμφανίζουν πρωτότυπα στοιχεία. Ο F. Croissant αποδίδει στην Αιολίδα μια ομάδα πήλινων προτομών του β΄ μισού του 6ου αι. π.Χ., η οποία εμφανίζει αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά από ανάλογα έργα της βόρειας Ιωνίας, αλλά το κέντρο παραγωγής της δεν μπορεί να προσδιοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια.
2. Τοπικά εργαστήρια
2.1. Λάρισα στον Έρμο
Χαρακτηριστική έκφραση της αιολικής τέχνης αποτελεί ο πολύχρωμος πήλινος αρχιτεκτονικός διάκοσμος. Από τη Λάρισα στον Έρμο προέρχονται πολυάριθμες ζωφόροι με ανάγλυφες παραστάσεις αρματοδρομίας, αετωματικά ανάγλυφα, ακροκέραμα και ακρωτήρια που καλύπτουν όλο το β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. και επαναλαμβάνουν στερεότυπα θέματα. Στα έργα αυτά, που θα κοσμούσαν ένα ανάκτορο ή ναό, αναγνωρίζεται έντονη η επιρροή της γειτονικής Φώκαιας. Μάλιστα ζωφόροι με αρματοδρομίες αιολικού τύπου φιλοτεχνήθηκαν από Ίωνες γλύπτες στο Αρτεμίσιο της Εφέσου και αλλού. Ένα χάλκινο έλασμα με εμπίεστη παράσταση αρματοδρομίας που βρίσκεται στην Ολυμπία προέρχεται μάλλον από τη Λάρισα, καθώς εμφανίζει μεγάλη ομοιότητα με τις πήλινες ζωφόρους.1 Από την ίδια περιοχή προέρχεται επίσης ένα ελεφάντινο ανάγλυφο από την Περσέπολη. Αντίθετα, τα λίγα πήλινα ειδώλια από τη Λάρισα δεν παρουσιάζουν πρωτότυπα χαρακτηριστικά.2
2.2. Μύρινα – Κύμη
Όσον αφορά τη μεγάλη πλαστική, φαίνεται ότι οι Αιολείς αρχιτέκτονες και γλύπτες δούλεψαν σχεδόν αποκλειστικά σε ασβεστόλιθο και πωρόλιθο. Από την περιοχή της Μύρινας προέρχεται ένας άνω κορμός με κεφάλι ένθρονης θεάς, πιθανότατα της Κυβέλης, που κοσμούσε αναθηματικό ναΐσκο (570-560 π.Χ.).3 Οι βαριές κάθετες πτυχές του χιτώνα και το ιμάτιο που καλύπτει το κεφάλι θυμίζουν πολύ ένα ανάλογο έργο από τις Κλαζομενές. Τα δύο έργα ίσως προέρχονται από το ίδιο εργαστήριο. Αντίθετα, ένα άγαλμα καθιστής Κυβέλης από την Κύμη, σε μέγεθος περίπου μισό του φυσικού, με χιτώνα και μακρύ ιμάτιο ριγμένο στους ώμους, αποτελεί εγχώριο έργο χαμηλής ποιότητας του ύστερου 6ου αι. π.Χ., που με τα σκληρά και γωνιώδη χαρακτηριστικά του διαφέρει κατά πολύ από τις συνήθεις γυναικείες μορφές της ανατολικής Ελλάδας.4 Παρόμοιοι είναι και άλλοι δύο ναΐσκοι με την Κυβέλη επίσης από την Κύμη.5 Ο χαρακτηριστικός αυτός τύπος μνημείων προέρχεται μάλλον από τη βόρεια Ιωνία ή από την Αιολίδα.6
2.3. Πιτάνη – Γάμβριον
Το επιτύμβιο άγαλμα ντυμένης ανδρικής μορφής από την Πιτάνη είναι επίσης έργο εγχώριου εργαστηρίου του 530 π.Χ. περίπου, το οποίο όμως μιμείται με κάποιες παραλλαγές τα πρότυπα της Μιλήτου. Το έργο αυτό εντάσσεται σε μια αρκετά ομοιογενή ομάδα κυβικών μορφών με στρογγυλεμένα χαρακτηριστικά που φορούν χιτώνα και ιμάτιο και έχουν τα χέρια κολλημένα κατά μήκος του σώματος, ενώ το ένα σκέλος προβάλλει έντονα μπροστά.7 Λίγο παλαιότερο είναι το χάλκινο αγαλμάτιο ενός ιματιοφόρου νέου από το Γάμβριον.8
2.4. Πέργαμον
Από το Πέργαμο προέρχονται δύο ξαπλωμένα λιοντάρια με κυβικά σώματα, που αποτελούν τους αρχαιότερους εκπροσώπους λιονταριών χεττιτικού τύπου στη Μικρά Ασία και χρονολογούνται στις αρχές του 6ου αι. π.Χ.9 Όσον αφορά τις αρχαϊκές κόρες από το Πέργαμο,10 λόγω της πολύ κακής τους διατήρησης είναι δύσκολο να πει κανείς αν πρόκειται για γλυπτά εγχώριων εργαστηρίων του 6ου αι. π.Χ. ή για ξένης προέλευσης έργα τέχνης που αγοράστηκαν από τους Ατταλίδες για τη συλλογή τους τον 3ο και 2ο αι. π.Χ. Σίγουρα εγχώριο έργο είναι το ύστερο αρχαϊκό αναθηματικό ανάγλυφο με την Ευρώπη πάνω στον ταύρο,11 όπου η ηρωίδα, με τις πλούσιες σωματικές φόρμες κάτω από το βαρύ ένδυμα και το γεμάτο και στρογγυλό της πρόσωπο, εμφανίζεται ως τυπικός εκπρόσωπος της γυναικείας μορφής από την Αιολία. Από την περιοχή δυτικά του Περγάμου προέρχεται επίσης το κεφάλι μιας επιτύμβιας σφίγγας.12 Στην παράδοση της τέχνης της Αιολίδας ανήκει και η γλυπτική παραγωγή της γειτονικής Λέσβου: ένα άγαλμα μούσας, έργο του Λεσβοθέμη για την πόλη της Μυτιλήνης,13 και ορισμένα θραύσματα από ανάγλυφες πήλινες σίμες.14 Ο «ανώνυμος» αιολικός θησαυρός στους Δελφούς χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και αποδίδεται στη Φώκαια. Το μεγαλύτερο θραύσμα που σώζεται από το γλυπτό του διάκοσμο εικονίζει ένα τέθριππο και μαχητές με κράνη.
1. Ολυμπία, Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. Μ 112. 2. Boehlau, J. – Schefold, K., Larisa am Hermos 3 (Berlin 1942), σελ. 23-32, πίν. 4-6· Langlotz, E., Studien zur Nordostgriechischen Kunst (Mainz 1975), σελ. 103, πίν. 23.4-8. 3. Σμύρνη, Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. 964. Akurgal, E., “Bemerkungen zur Frage der örtlichen und zeitlichen Einordnung der griechischen archaischen Grossplastik Kleinasiens”, στο Festschrift für Nikolaus Himmelmann (Mainz 1989), σελ. 38, πίν. 8.1-2. Σωζόμενο ύψος 43 εκ. 4. Κωνσταντινούπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. 522. 5. Κωνσταντινούπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. 520-521. Akurgal, E., Die Kunst Anatoliens von Homer bis Alexander (Berlin 1961), σελ. 240, εικ. 209. 6. Hermary, A., “Les naïskoi votifs de Marseille”, στο Les cultes des cités phocéennes, Actes du colloque international organisé par le Centre Camille-Julian (Aix-en-Provence – Marseille 1999) (Et. Massa. 6, Aix-en-Provence 2000), σελ. 119-133. 7. Πέργαμος, Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. 16-359. Akurgal, E., Die Kunst Anatoliens von Homer bis Alexander (Berlin 1961), σελ. 229, εικ. 195-197. 8. Βερολίνο, Μουσείο Περγάμου, κατάλογος χάλκινων 1, αρ. 208. 9. Σμύρνη, Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. 509, 511. 10. Βερολίνο, Μουσείο Περγάμου. Winter, F., Die Skulpturen mit Ausnahme der Altar Reliefs, AvP 7 (1908), αρ. 2-17. 11. Βερολίνο, Μουσείο Περγάμου (χαμένο σήμερα), κατάλογος 2 (1964), αρ. 29. Langlotz, E., Studien zur Nordostgriechischen Kunst (Mainz 1975), σελ. 125, πίν. 39.2. 12. Langlotz, E., Studien zur Nordostgriechischen Kunst (Mainz 1975), σελ. 134, πίν. 31.5. 13. ΕΑΑ 4, σελ. 597. Ευρωπίων, στον Αθήν. 4.182, 14.635. 14. Κωνσταντινούπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο, 1467-1470. Åkeström, Å., Die Architektonischen Terrakotten Kleinasiens (Lund 1966), σελ. 24-33, πίν. 10.2-3.
|
|
|