Αγιοταφιτική Αδελφότητα, η
Ιδρύθηκε το 326 με σκοπό τη διακονία των προσκυνημάτων στους Αγίους Τόπους. Οι πρώτες σχετικές αναφορές σε φιρμάνια ανάγονται στα τέλη του 15ου αιώνα. Έδρα της αδελφότητας στα Ιεροσόλυμα είναι το λεγόμενο Μεγάλο Μοναστήριο, του οποίου ηγούμενος θεωρείται ο εκάστοτε Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Βασικό καθήκον των αγιοταφιτών ήταν τα «ταξίδια», όπως ονομάζονταν οι περιοδείες με στόχο την οικονομική ενίσχυση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα προφανώς οριστικοποιήθηκαν τα δρομολόγια που ακολουθούνταν, κατά συνέπεια και οι περιοχές που κάθε ομάδα μοναχών έπρεπε να καλύψει, οι οποίες πλέον ονομάζονταν και αυτές ταξίδια. Σύμφωνα με τον κώδικα 622 του αγιοταφιτικού μετοχίου Κωνσταντινουπόλεως, το ταξίδι της Σμύρνης περιλάμβανε κατά την περίοδο 1707-1731 τις μητροπόλεις Εφέσου, Σμύρνης, Μηθύμνης, Λήμνου, Μυτιλήνης, Φιλαδελφείας και πάσης Λυδίας, καθώς και την αρχιεπισκοπή Σάμου και Ικαρίας. Αργότερα περιορίστηκε η έκτασή του, δε γνωρίζουμε όμως τα νέα του όρια.
|
επίτροπος του Παναγίου Τάφου, ο
Ο κατά τόπους απεσταλμένος της αγιοταφιτικής αδελφότητας, υπεύθυνος για τη διευκόλυνση των εκάστοτε απεσταλμένων μοναχών στη συλλογή της οικονομικής βοήθειας. Ειδικά στην περίπτωση της Σμύρνης ήταν και διευθυντής του ομώνυμου μετοχίου.
|
πρωτοσύγκελλος, ο
Σύμβουλος του Πατριάρχη ή των αρχιεπισκόπων και συχνά διάδοχός τους, ως πρόσωπο με ιδιαίτερη επιρροή. Μέχρι τον 5ο αιώνα υπήρχε μόνον ο τίτλος του σύγκελλου, που δήλωνε ακριβώς το ίδιο αξίωμα. Με την πάροδο του χρόνου ο τίτλος αυτός διευρύνεται και προκύπτουν οι τίτλοι του πρωτοσύγκελλου και του μεγάλου πρωτοσύγκελλου, που την εποχή των Παλαιολόγων δηλώνει πλέον τον πρωτοσύγκελλο του Πατριάρχη.
|