αμφορέας, ο
Aπό τις λέξεις «αμφί» και «φέρω». Αγγείο με μακρόστενο ωοειδές σώμα και λαιμό στενότερο αυτού, που φέρει εκατέρωθεν δύο όμοιες κάθετες λαβές και στηρίζεται σε μικρό πόδι. Παραγόταν σε διάφορα μεγέθη, από τα μικρά δοχεία αρωματικών ελαίων έως τα μεγάλα αποθηκευτικά αγγεία για τη μεταφορά ή την αποθήκευση κυρίως υγρών αλλά και στερεών. Υπάρχουν πολλοί τύποι αμφορέων, όπως οι οξυπύθμενοι, οι παναθηναϊκοί, οι αμφορείς με λαιμό, οι νικοσθενικοί, οι αμφορείς SOS, οι τυρρηνικοί, οι τύπου Nola.
|
ανδριάς, ο
Μεμονωμένο έργο γλυπικής που παρίστανε αρσενική ή θηλυκή μορφή θεών ή ανθρώπων, συνήθως ολόσωμη. Αργότερα ο όρος χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για αγάλματα θνητών.
|
άφλαστον, το
Άφλαστο είναι η πρύμνη του πλοίου με τα διακοσμητικά της στοιχεία.
|
λήκυθος, η
Βασικό ελαιοδόχο αγγείο, στενόστομο, με μία κάθετη λαβή. Υπάρχουν αρκετοί τύποι του σχήματος αυτού. Τον 5ο αι. π.Χ. επικρατούν οι λήκυθοι κύριου και δευτερεύοντος τύπου. Συχνά απαντά και η λεγόμενη αρυβαλλοειδής λήκυθος με φουσκωτό και κάπως πεπιεσμένο σώμα. Οι λευκές λήκυθοι προορίζονταν αποκλειστικά για ταφική χρήση.
|
οινοχόη, η
Από τις λέξεις «οίνος» και «χέω». Ωοειδής κανάτα κρασιού με μία λαβή, συνήθως ψηλότερη του πλάτους της. Έχουν διακριθεί 10 τύποι βάσει διαφοροποιήσεων στο προφίλ, το στόμιο και τη μορφή της λαβής του αγγείου.
|
Παλατινή Ανθολογία, η
Ονομάζεται η ανθολογία ελληνικών επιγραμμάτων που συνέταξε ο Κ. Κεφαλάς, ο πρωθιερέας των βυζαντινών ανακτόρων, το 900 μ.Χ. Πήρε το όνομά της από το Παλατίνο, γερμανική ηγεμονία με πρωτεύουσα τη Χαϊδελβέργη, στη βιβλιοθήκη της οποίας αποκαλύφθηκε το χειρόγραφο που περιείχε τα 4.000 επιγράμματα, συνταγμένα σε 10 βιβλία (π.χ. επιτύμβια, ερωτικά, αναθηματικά, συμποτικά).
|
σκύφος, ο
Βαθύ αγγείο πόσης με ανοιχτό στόμιο και σχήμα περίπου ημισφαιρικό.
|
τάλαντο, το
Νομισματική μονάδα. Το αργυρό τάλαντο ισοδυναμούσε με 60 μνες ή 6.000 δραχμές.
|
τιάρα
Είδος καλύμματος κεφαλής που έφεραν κατά κύριο λόγο οι βασιλείς της Περσίας, Μηδίας, Αρμενίας, Χαλδείας και Ασσυρίας. Στην Περσία οι βασιλείς το φορούσαν όρθιο ενώ οι αξιωματούχοι λοξό. Πιθανώς ταυτίζεται με την κυρβασία και την κίδαρη. Έναν άλλο τύπο τιάρας αποτελούσε και ο φρυγικός πίλος.
|
χηνίσκος, ο
Διακοσμητικό στοιχείο πρύμνης πλοίου που έμοιαζε με το λυγισμένο λαιμό χήνας.
|