δημογεροντία, η
Κοινοτική αρχή που απαρτιζόταν από το σύνολο των κοινοτικών αξιωματούχων, οι οποίοι κατά περίπτωση ονομάζονταν άρχοντες, προεστοί, επίτροποι, δημογέροντες ή απλώς γέροντες.
|
καδής, ο
Αξίωμα που συνδύαζε δικαστικά, συμβολαιογραφικά και διοικητικά καθήκοντα. Ο καδής, που προέδρευε στο ιεροδικείο στην έδρα της διοικητικής περιφέρειας του καζά, καταχώριζε τις πράξεις που εξέδιδε, καθώς και όλα τα εισερχόμενα και εξερχόμενα έγγραφα, σε ειδικούς ιεροδικαστικούς κώδικες (σιτζίλ). Ως δικαστής ο καδής εφάρμοζε τον ιερό νόμο των μουσουλμάνων (σαρία), λαμβάνοντας υπόψη και το νόμο που εξέδιδαν οι σουλτάνοι (κανούν), όπως και το τοπικό εθιμικό δίκαιο (ερφ). Στο δικαστήριό του είχαν το δικαίωμα να προσφύγουν όλοι οι υπήκοοι ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Παράλληλα, ο καδής είχε και διοικητικά καθήκοντα, τα οποία ασκούσε σε συνεργασία με τους διοικητικούς αξιωματούχους του καζά, όπως και αρμοδιότητες σχετικές με τη συλλογή των φόρων.
|
λαϊκά δρώμενα, τα
Συμβολικές πράξεις οι οποίες τελούνταν σε συγκεκριμένα σημεία στον κύκλο του έτους, όπως το Δωδεκαήμερο μεταξύ Χριστουγέννων και Φώτων, οι Απόκριες κ.ά., και σκοπό είχαν την αποτροπή του κακού, την εξασφάλιση της καλής χρονιάς για ανθρώπους και ζώα (ευετηριακός χαρακτήρας) και της γονιμότητας (γονιμικός χαρακτήρας). Η καταγωγή τους ήταν συνήθως προχριστιανική και πολλά στοιχεία τους έρχονταν σε αντίθεση με τις επιταγές της χριστιανικής θρησκείας. Επειδή όμως ήταν βαθιά ριζωμένα στην καθημερινή πρακτική των ανθρώπων, διατηρήθηκαν και ενδύθηκαν χριστιανικό μανδύα.
|
μουχτάρης, ο
Αιρετός κοινοτικός υπάλληλος, ο επικεφαλής της κοινότητας σε επίπεδο χωριού ή συνοικίας.
|
σχολική εφορεία, η
Η σχολική εφορεία αποτελούνταν από μέλη είτε εκλεγμένα από την κοινότητα είτε ορισμένα από επιτροπή, τα οποία είχαν υποχρέωσή τους να φροντίζουν για τη σωστή λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
|