Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Αφροδισιάς (Αρχαιότητα), Ρωμαϊκή Πλαστική

Συγγραφή : Παπαζαφειρίου Γιώργος (18/2/2002)

Για παραπομπή: Παπαζαφειρίου Γιώργος, «Αφροδισιάς (Αρχαιότητα), Ρωμαϊκή Πλαστική», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3868>

Αφροδισιάς (Αρχαιότητα), Ρωμαϊκή Πλαστική (27/3/2008 v.1) Aphrodisias (Antiquity), Roman Sculpture (16/10/2008 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

contabulatio (ουδ.)
Το δίπλωμα της toga στην περιοχή του στήθους.

mappa, η
Είδος μαντιλιού που κρατούν διπλωμένο ορισμένες μορφές, συχνά σε σκηνές του ιπποδρομίου.

sinus (αρσ.)
Το απόπτυγμα της μίας άκρης της toga, συνήθως στο στήθος ή μπροστά από τα σκέλη.

toga, η
Τήβεννος, ρωμαϊκό ένδυμα, πανωφόρι χωρίς ραφές που διπλώνεται γύρω από το σώμα και θυμίζει το ελληνικό ιμάτιο.

togatus, ο
Ο αγαλματικός τύπος της ανδρικής μορφής που φέρει toga και tunica.

tunica, η
Είδος χιτώνα των Ρωμαίων.

αγαλματικό σύνταγμα, το
Ανάθημα περισσότερων του ενός αγαλμάτων που δεν ακουμπά το ένα το άλλο. Τα αγάλματα τοποθετούνταν συνήθως σε παράταξη πάνω σε επιμήκη παραλληλόγραμμη ή ημικυκλική βάση.

απελεύθερος, ο
Ο απελευθερωμένος δούλος.

εικονιστική κεφαλή, η
Η κεφαλή αγάλματος ή μορφής σε ανάγλυφο στην οποία αναγνωρίζονται ατομικά χαρακτηριστικά.

ζωφόρος, η
1. (αρχιτεκτονική) Tμήμα του θριγκού πάνω από το επιστύλιο, το οποίο αποτελείται στο μεν δωρικό ρυθμό από εναλλασσόμενα τρίγλυφα και μετόπες, στο δε ιωνικό από ενιαία επιφάνεια που φέρει συνήθως ανάγλυφη διακόσμηση. 2. (ζωγραφική) Διακοσμητική οριζόντια ταινία που περιτρέχει διάφορα μέρη ενός αγγείου ή το άνω μέρος των τοίχων ενός δωματίου.

θωράκιο, το
1. Αρχαιότητα: Άνοιγμα στον τοίχο της πρόσοψης του σκηνικού οικοδομήματος. Τα μεταξύ των θυρωμάτων διαστήματα διακοσμούνται με ζωγραφικούς πίνακες.2. Βυζάντιο: Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική τα θυρώματα αποτελούνται από κατακόρυφες πλάκες, συχνά μαρμάρινες, που τοποθετούνται σε σειρά και σχηματίζουν ένα είδος διαχωριστικού ή προστατευτικού κιγκλιδώματος. Στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές τα θωράκια συναπαρτίζουν το φράγμα του πρεσβυτερίου ή το στηθαίο του υπερώου.

ιδεαλιστικός τύπος
Η απεικόνιση ενός ιδιώτη ή αυτοκράτορα με τη μορφή ενός θεού.

ιμάτιο, το
Ορθογώνιο κομμάτι μάλλινου, κατά κανόνα, υφάσματος που το φορούσαν πάνω από το χιτώνα. Μπορούσε να τυλιχτεί με διάφορους τρόπους γύρω από τους ώμους και το σώμα και στερεωνόταν με ζώνη ή πόρπες.

Ιουλία γενεά, η
Η οικογένεια του Ιουλίου Καίσαρα και του πρώτου Ρωμαίου αυτοκράτορα, Αυγούστου, που έλκει την καταγωγή της από τον Αινεία και την Αφροδίτη.

παραστάδα, η
Επίμηκες αρχιτεκτονικό μέλος, εγκάρσια τοποθετημένο σε τοίχους, συνήθως για τη στήριξη γείσων ή αετωμάτων.

προσωπείο, το
Η μάσκα που έφεραν οι ηθοποιοί. Απαντάται ως διακοσμητικό στοιχείο σε έργα πλαστικής.

ράσπα, η
Πλατύ εργαλείο με οδοντωτή επιφάνεια για τη λείανση του μαρμάρου.

στίλβωση, η
Η λείανση του μαρμάρου, που οδηγεί στο οπτικό φαινόμενο της γυαλιστερής επιφάνειας.

τρυπάνι, το
Επίμηκες αιχμηρό αντικείμενο για την επεξεργασία των διακοσμητικών λεπτομερειών.

χιτών, ο
Τύπος ενδύματος που αποτελείται από τετράγωνο μάλλινο ύφασμα το οποίο ράβεται στις δύο πλευρές του.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>