Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Νομισματοκοπείο Νικομήδειας

Συγγραφή : Παπαδοπούλου Παγώνα (7/6/2008)

Για παραπομπή: Παπαδοπούλου Παγώνα, «Νομισματοκοπείο Νικομήδειας», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5584>

Νομισματοκοπείο Νικομήδειας (20/7/2011 v.1) Mint of Nicomedia (15/9/2011 v.1) 
 

1. Εισαγωγή

Το νομισματοκοπείο της Νικομήδειας ιδρύθηκε επί Αναστασίου Α΄ (491-518), προκειμένου να συνδράμει αυτό της Κωνσταντινούπολης κατά τη νομισματική μεταρρύθμιση του 498. Περιορίστηκε σε κοπές χάλκινων νομισμάτων και συνέχισε την παραγωγή του, με διακοπές, έως το 629/30, μολονότι ύστερα από τα πρώτα χρόνια βασιλείας του Ηρακλείου (610-641) υπολειτουργούσε. Η παραγωγή του είναι στενά συνδεδεμένη με αυτή του γειτονικού νομισματοκοπείου της Κυζίκου, ενώ και τα δύο ακολουθούσαν σε γενικές γραμμές τα πρότυπα του νομισματοκοπείου της πρωτεύουσας.

2. Παραγωγή

Το νομισματοκοπείο της Νικομήδειας αποτελούνταν καθόλη τη διάρκεια λειτουργίας του από δύο εργαστήρια (officinae), τα οποία παρήγαν κυρίως φόλλεις και σε ένα μικρότερο βαθμό εικοσανούμμια, αλλά και μικρότερες υποδιαιρέσεις (δεκανούμμια, πεντανούμμια, νούμμους), καθώς και τριακοντανούμμια επί Τιβερίου Β΄ (578-582) και Φωκά (602-610).1 Το σύνηθες διακριτικό του νομισματοκοπείου ήταν ΝΙΚΟ, χρησιμοποιήθηκαν όμως και άλλες παραλλαγές (π.χ. ΝΙΚΜ, NIKOMI, ΝΙC κ.ά.).2

Παρότι, όπως προαναφέρθηκε, τα δύο νομισματοκοπεία της Προποντίδας, Νικομήδειας και Κυζίκου, ήταν στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, η παραγωγή του πρώτου ήταν σαφώς μεγαλύτερη. Με βάση τους βαλκανικούς και μικρασιατικούς θησαυρούς της περιόδου 491-713 διαπιστώνεται ότι η αναλογία παραγωγής των δύο νομισματοκοπείων ήταν τουλάχιστον δύο προς ένα. Αυτό φαίνεται να σχετιζόταν με τη μεγάλη στρατιωτική σημασία της διοικήσεως Πόντου, την οποία προμήθευε το νομισματοκοπείο της Νικομήδειας.3

2.1. Κοπές

2.1.1. Αναστάσιος Α΄ (491-518)

Το νομισματοκοπείο Νικομήδειας ήταν το μόνο νομισματοκοπείο πλην αυτού της Κωνσταντινούπολης που εξέδωσε νομίσματα κατά την περίοδο 498-512, πριν δηλαδή από την αύξηση βάρους των νομισμάτων του 512. Αρχικά τα προϊόντα των δύο εργαστηρίων του διακρίνονταν με μυστικά διακριτικά (π.χ. αστερίσκος), σύντομα όμως μετά το 512 εισήχθησαν τα κανονικά διακριτικά των εργαστηρίων –Α και Β αντίστοιχα. Εκτός από φόλλεις και εικοσανούμμια το νομισματοκοπείο παρήγε επίσης δεκανούμμια, πεντανούμμια και νούμμους, αλλά δεδομένης της σπανιότητάς τους η παραγωγή τους πρέπει να ήταν μικρής κλίμακας.4

2.1.2. Ιουστίνος Α΄ (512-527)

Επί Ιουστίνου Α΄ το νομισματοκοπείο Νικομήδειας εξέδωσε φόλλεις, εικοσανούμμια, δεκανούμμια και πεντανούμμια, αν και τις δύο τελευταίες υποδιαιρέσεις μόνο προς το τέλος της βασιλείας του.5

Όσον αφορά τις φόλλεις, η ύπαρξη ανεπίσημων απομιμήσεών τους καθιστά την ταύτισή τους προβληματική.6 Σε άλλες περιπτώσεις η εικονογραφική πρωτοτυπία τους επιβεβαιώνει την έκδοσή τους από αυτοκρατορικό νομισματοκοπείο, γεννά ωστόσο ερωτήματα σχετικά με το συμβολισμό τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των φόλλεων και εικοσανουμμίων, που πάνω από το διάδημα του αυτοκράτορα στον εμπροσθότυπο φέρουν τη χείρα του Θεού (manus Dei) ή των φόλλεων που στην ίδια θέση φέρουν δύο ιπτάμενες Νίκες (ή αγγέλους) που κρατούν στέφανο (Εικ. 1).7

Προς το τέλος της βασιλείας του Ιουστίνου, τόσο στη Νικομήδεια, όσο και στην Κύζικο, εμφανίζονται φόλλεις που φέρουν το έτος της ινδικτιώνας. Αυτές της Νικομήδειας είναι εξαιρετικά σπάνιες και χρονολογούνται μόνο στο τέταρτο έτος της ινδικτιώνας (525/6) (Εικ. 2). Δεν είναι σαφές εάν επρόκειτο για πειραματικές κοπές ή προορίζονταν για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό.8

Κατά τη σύντομη περίοδο συμβασιλείας του Ιουστίνου Α΄ και Ιουστινιανού Α΄ (527) παρήχθησαν φόλλεις που έφεραν την προτομή του Ιουστίνου, αλλά ανέφεραν το συναυτοκράτορα στη συνοδευτική επιγραφή.9

2.1.3. Ιουστινιανός Α΄ (527-565)

Επί Ιουστινιανού Α΄ εκδόθηκαν όλες οι χάλκινες υποδιαιρέσεις πλην των νουμμίων.10 Διακρίνονται, όπως και σε όλα τα υπόλοιπα νομισματοκοπεία, δύο περίοδοι: πριν και μετά το 538/9, χρονιά έναρξης των χρονολογημένων με το έτος βασιλείας εκδόσεων.11 Υπάρχουν ενδείξεις ότι τόσο κατά την πρώτη όσο και κατά τη δεύτερη περίοδο δεν ήταν συνεχής η έκδοση όλων των υποδιαιρέσεων. Είναι μάλιστα πιθανόν ότι ακόμη και οι κοπές φόλλεων και εικοσανουμμίων διεκόπησαν κάποια στιγμή μεταξύ του 527 και του 538, περίοδο που και το νομισματοκοπείο Κυζίκου είχε παύσει να λειτουργεί.12 Η Νικομήδεια έπαιξε ωστόσο σημαντικό ρόλο στη μεταρρύθμιση του 538/9 με την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων φόλλεων.13

2.1.4. Ιουστίνος Β΄ (565-578) – Φωκάς (602-610)

Κατά το πρώτο έτος βασιλείας του Ιουστίνου Β΄ το νομισματοκοπείο Νικομήδειας, όπως και αυτά της Κωνσταντινούπολης και της Κυζίκου, έκοψε μόνο δεκανούμμια. Από το δεύτερο έτος και εξής όμως εξέδωσε και άλλες υποδιαιρέσεις (από φόλλεις έως πεντανούμμια). Οι δύο μεγαλύτερες έφεραν στον εμπροσθότυπο ένθρονο το αυτοκρατορικό ζεύγος (Εικ. 3), ενώ τα δεκανούμμια και τα πεντανούμμια έφεραν, λόγω μεγέθους, μόνον το πορτρέτο του αυτοκράτορα.14

Ο Τιβέριος Β΄ (578-582) εξέδωσε στη Νικομήδεια την ίδια σειρά υποδιαιρέσεων με τον προκάτοχό του, στις οποίες προσέθεσε και τριακοντανούμμια, ενώ αντικατέστησε τους ελληνικούς αριθμούς (Μ, Κ, Ι, Ε) των διακριτικών της αξίας με λατινικούς ακολουθώντας πιστά το πρότυπο των κοπών της Κωνσταντινούπολης. Για το λόγο αυτό η απόδοση στα τρία κεντρικά νομισματοκοπεία (Κωνσταντινούπολη, Νικομήδεια, Κύζικος) των δεκανουμμίων και πεντανουμμίων, που δεν φέρουν τα διακριτικά του νομισματοκοπείου, είναι δυσχερής.15

Επί Μαυρικίου (582-602) συνεχίζεται η έκδοση των ιδίων υποδιαιρέσεων –εκτός των τριακοντανουμμίων– με βάση τα εικονογραφικά πρότυπα της Κωνσταντινούπολης που ακολουθούνται από το νομισματοκοπείο της Νικομήδειας με μικρή καθυστέρηση.16 Ο Φωκάς, τέλος, θα επαναφέρει τις κοπές τριακοντανουμμίων σύμφωνα με το παράδειγμα του Τιβερίου Β΄.17

2.1.5. Ηράκλειος (610-641)

Η βασιλεία του Ηρακλείου σημαδεύει το τέλος των κοπών στη Νικομήδεια –καθώς και στα νομισματοκοπεία της Κυζίκου και της Θεσσαλονίκης.18 Κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας αυτής το νομισματοκοπείο Νικομήδειας εξέδωσε μεγάλες ποσότητες φόλλεων, καθώς και εικοσανούμμια και δεκανούμμια. Η περσική κατάκτηση όμως της Μικράς Ασίας διέκοψε τις κοπές το 617/8. Το νομισματοκοπείο επαναλειτούργησε την περίοδο 626-629/30 με εκδόσεις φόλλεων και εικοσανουμμίων, έκλεισε όμως οριστικά το 629/30.19

1. Hahn, W. (with the collaboration of Metlich, M.A.), Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Veröffentlichungen des Instituts für Numismatik und Geldgeschichte der Universität Wien 6, Wien 2000), σελ. 6· Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 63.

2. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 6· Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 64.

3. Morrisson, C. – Popović, V. – Ivanišević, V. et collaborateurs, Les trésors monétaires byzantins des Balkans et d’Asie Mineure (491-713) (Réalités byzantines 13, Paris 2006), σελ. 54.

4. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 30· Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 64.

5. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 36.

6. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 35.

7. Δεν είναι απίθανο οι κοπές αυτές να σχετίζονται με τη δεύτερη στέψη του Ιουστίνου Α΄ από τον πάπα Ιωάννη Α΄ το 526. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 35· Hahn, W., Zur Münzprägung des frühbyzantinischen Reiches. Anastasius I. bis Phocas und Heraclius-Revolte, 491-610 (Wien 2005), σελ. 37.

8. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 35· Hahn, W., Zur Münzprägung, σελ. 37· Ο P. Grierson ωστόσο αμφιβάλλει για το αν όντως πρόκειται για χρονολογήσεις με βάση την ινδικτιώνα. Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 64.

9. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 41.

10. Hahn, W., Zur Münzprägung des frühbyzantinischen Reiches. Anastasius I. bis Phocas und Heraclius-Revolte, 491-610 (Wien 2005), σελ. 60-64.

11. Για την καινοτομία αυτή, καθώς και άλλες που έφερε η νομισματική μεταρρύθμιση του 538/9, βλ. ενδεικτικά Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 60-61.

12. Hahn, W., Money of the Incipient Byzantine Empire (Anastasius I – Justinian I, 491-565) (Wien 2000), σελ. 59· Grierson, P., Byzantine Coins, σελ. 64.

13. Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 64.

14. Hahn, W., Zur Münzprägung des frühbyzantinischen Reiches. Anastasius I. bis Phocas und Heraclius-Revolte, 491-610 (Wien 2005), σελ. 116-117.

15. Hahn, W., Zur Münzprägung des frühbyzantinischen Reiches. Anastasius I. bis Phocas und Heraclius-Revolte, 491-610 (Wien 2005), σελ. 141-142· Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 65.

16. Hahn, W., Zur Münzprägung des frühbyzantinischen Reiches. Anastasius I. bis Phocas und Heraclius-Revolte, 491-610 (Wien 2005), σελ. 164.

17. Hahn, W., Zur Münzprägung des frühbyzantinischen Reiches. Anastasius I. bis Phocas und Heraclius-Revolte, 491-610 (Wien 2005), σελ. 191.

18. Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 105-106.

19. Grierson, P., Byzantine Coins (London 1982), σελ. 116-117.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>