Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Ανακρέων

Συγγραφή : Παλαιοθόδωρος Δημήτρης (30/1/2006)

Για παραπομπή: Παλαιοθόδωρος Δημήτρης, «Ανακρέων», 2006,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3576>

Ανακρέων (23/1/2006 v.1) Anacreon (15/2/2006 v.1) 
 

1. Βιογραφικά στοιχεία

Ο Ανακρέων ήταν λυρικός ποιητής και μουσικός καταγόμενος από την Τέω.1 Ήδη κατά τη Βυζαντινή περίοδο, υπήρχε σοβαρή διχογνωμία σχετικά με την ταυτότητα του πατέρα του, με πιο πιθανό το Σκυθίνο, σύμφωνα με το Σούδα.2 Η ακμή του τοποθετείται στη δεύτερη χρονιά της 62ης Ολυμπιάδας, δηλαδή στα 531 π.Χ.3 Ορισμένοι όμως μελετητές της Αρχαιότητας τον θεωρούσαν οψιμότερο και τοποθετούσαν την ακμή του κατά την 65η Ολυμπιάδα (520-517 π.Χ.).4 Πέθανε σε ηλικία 85 ετών, περίπου το 485 π.Χ.5 Ο Βαλέριος Μάξιμος αναφέρει ότι πέθανε σε πολύ προχωρημένη ηλικία, όταν μια ρόγα σταφύλι του στάθηκε στο λαιμό, αλλά αυτός ο τρόπος θανάτου αναφέρεται και για άλλους ποιητές (π.χ. Αισχύλος) έτσι η πληροφορία θεωρείται αναξιόπιστη.6

2. Δράση του Ανακρέοντα

Η ανασύνθεση της ζωής του Ανακρέοντα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτοβιογραφικές αναφορές στα ποιήματά του, κάτι που αναγκαστικά οδήγησε σε σοβαρές διχογνωμίες στη σύγχρονη έρευνα. Όλοι οι μελετητές συμφωνούν πάντως ότι ο Ανακρέων διέφυγε μαζί με τους συμπατριώτες του την επερχόμενη κατάληψη της Μικράς Ασίας από τους Πέρσες, και κατέφυγε στα Άβδηρα, νεοϊδρυθείσα αποικία της Τέω (545-540 π.Χ.).7 Είτε απευθείας από την Τέω, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι ιστορικοί, είτε, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, έπειτα από μια σύντομη παραμονή στην Αθήνα ο Ανακρέων πήγε στη Σάμο, στην αυλή του τυράννου Πολυκράτη (533-522 π.Χ.).8 Εκεί δοξάστηκε για τους περίφημους έρωτές του με τους λαμπρούς αριστοκράτες νέους της αυλής.9 Θεωρείται βέβαιο ότι ο Ανακρέων ήταν πολύ στενά συνδεδεμένος με τον Πολυκράτη, όπως μαρτυρά το γεγονός ότι συνέτρωγαν όταν κατέφθασε στην αυλή ο απεσταλμένος του Πέρση σατράπη Οροίτη, το 522 π.Χ.10

Μετά την πτώση του Πολυκράτη, την ίδια χρονιά, ο Ανακρέων κατέφυγε στην Αθήνα πάνω σε μια πεντηκόντορο που έστειλε ο Ίππαρχος για να τον παραλάβει.11 Εκεί ο ποιητής συνδέθηκε ερωτικά με το νεαρό αριστοκράτη Κριτία, παππού του ομώνυμου Αθηναίου τυράννου του 404 π.Χ., για τον οποίο μάλιστα έγραψε και τραγούδια.12 Αναφέρεται ότι διέμεινε στην Αθήνα αρκετά ώστε να προλάβει να απολαύσει την τέχνη του Αισχύλου, ο οποίος συμμετείχε για πρώτη φορά σε δραματικό αγώνα μεταξύ 499 και 496 π.Χ.13 Εντούτοις, οι περισσότεροι ιστορικοί θεωρούν ότι μετά τη δολοφονία του Ιππάρχου (514 π.Χ.) ή μετά την πτώση της τυραννίας του Ιππία (510 π.Χ.) κατέφυγε στη Θεσσαλία, συνάγοντας το τελευταίο από το γεγονός ότι αφιέρωσε επιγράμματα στο βασιλιά της Φαρσάλου Εχεκρατίδα και τη σύζυγό του Δυσέριδα.14 Δύο ύστερα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας τοποθετούν τον τάφο του στην Τέω, αλλά η αξιοπιστία τους είναι αμφίβολη.15 Έτσι, μια ομάδα μελετητών αρνείται ότι εγκατέλειψε την Αθήνα, ενώ ορισμένοι άλλοι θεωρούν ότι επέστρεψε εκεί από τη Θεσσαλία και πέθανε.16

Θεαματική μαρτυρία της παρουσίας του ποιητή στην Αθήνα αποτελεί η περίφημη ερμεία κεφαλή που βρέθηκε κοντά στο Μοναστήρι του Δαφνίου στην Αττική, επί της οποίας έχει χαραχτεί δίστιχο επίγραμμα που αποδίδεται στον Ανακρέοντα. Στο δίστιχο αναφέρεται ότι ο Καλλικλής έστησε το μνημείο, το οποίο επιδιόρθωσαν ή συμπλήρωσαν οι απόγονοί του. Εφόσον ο Καλλικλής αυτός ταυτίζεται με έναν από τους προγόνους των τυράννων της Σάμου, η ολοκλήρωση του έργου αποδίδεται είτε στον Πολυκράτη είτε στον αδελφό του Σύλοσον (ή Συλοσώντα), ο οποίος τον διαδέχτηκε, αφού τον πρόδωσε στους Πέρσες.17


3. Η ποίηση του Ανακρέοντα

Ο Ανακρέων είναι ο τελευταίος μεγάλος της ελληνικής λυρικής ποίησης. Υπήρξε κατεξοχήν ποιητής του έρωτα και του συμποσίου και αποτέλεσε σύμβολο της τρυφής της ανέμελης και ειρηνικής ιωνικής αριστοκρατίας, που διακωμωδείται επιτυχημένα από τον Αριστοφάνη.18 Μάλιστα ο περίφημος φιλόλογος της Ελληνιστικής περιόδου Δίδυμος έγραψε μια πραγματεία όπου εξετάζεται αν ο Ανακρέων ήταν περισσότερο ερωτικός παρά συμποτικός ποιητής.19 Λέγεται ότι τα ποιήματά του ξεκινούσαν πάντοτε με μια επίκληση της Αφροδίτης.20 Συνόδευε τις συνθέσεις του ο ίδιος με τη μουσική του βάρβιτου, ενός είδους λύρας του οποίου θεωρείται ο εφευρέτης.21 Η εντύπωση που άφησε στους Αθηναίους της εποχής του συμπυκνώνεται στους στίχους του Κριτία, ο οποίος τον αποκαλεί ψυχή των συμποσίων, ξελογιαστή των γυναικών, αντίπαλο του αυλού, αριστοτέχνη τραγουδιστή της λύρας. Χρησιμοποιούσε τρεις μουσικούς τρόπους: το φρυγικό, το δωρικό και το λυδικό.22

Τα έργα του συγκεντρώθηκαν σε πέντε βιβλία, τα τρία πρώτα με λυρικά μέλη, το τέταρτο με ιαμβικά, σκωπτικού χαρακτήρα, ενώ το πέμπτο με ελεγείες. Σώζονται μονάχα αποσπάσματα από αυτά, σε πολλές περιπτώσεις απλώς και μόνο λόγω του ενδιαφέροντος λογίων μεταγενέστερων εποχών για σπάνιες γραμματικές μορφές ή λέξεις. Τέλος, ο Κριτίας αναφέρεται σε χορικά έργα του ποιητή, που τα εκτελούσαν νεαρές γυναίκες, από τα οποία όμως δε σώθηκε κανένα άλλο ίχνος.23

4. Αποτίμηση

Η ποίηση του Ανακρέοντα, αν και θεωρείται σήμερα υποδεέστερη των μεγάλων Λεσβίων λυρικών που άκμασαν μισό αιώνα πριν από αυτόν (Αλκαίος, Σαπφώ, Τέρπανδρος), αποτέλεσε πηγή έμπνευσης ποιητών από την Ελληνιστική έως και τη Βυζαντινή περίοδο. Εξήντα από τα ύστερα και φλύαρα αυτά ποιήματα, τα λεγόμενα ανακρεοντικά, βρίσκονται συγκεντρωμένα στο τελευταίο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας. Πρωτοκυκλοφόρησαν στη Δυτική Ευρώπη στα μέσα του 16ου αιώνα, άσκησαν μεγάλη επίδραση στην ευρωπαϊκή ποίηση και οδήγησαν στο κίνημα του γερμανικού ανακρεοντισμού απ’ όπου προήλθε ο Γκέτε.24

Όπως συνέβη με κάθε σημαντική προσωπικότητα της Αρχαιότητας, το όνομα του Ανακρέοντα συνδέθηκε με ανεκδοτολογικές ιστορίες ηθικολογικού χαρακτήρα. Όταν ρωτήθηκε γιατί δε γράφει ύμνους για τους θεούς, αλλά για τα αγαπημένα του αγόρια, απάντησε ότι οι έρωτες του καθενός είναι οι θεοί του.25 Λέγεται ακόμα ότι τιμωρήθηκε από τον έρωτα όταν κάποτε, στη Μυκάλη, έδρα του Πανιωνίου, καταράστηκε μία τροφό και το βρέφος που κουβαλούσε. Η γυναίκα ευχήθηκε στον Ανακρέοντα να δοξάσει κάποτε το ίδιο αυτό παιδί, όπως και έγινε: το βρέφος ήταν ο Κλεόβουλος, ο μετέπειτα αγαπημένος του.26

5. Απεικονίσεις του Ανακρέοντα

Το πέρασμα του Ανακρέοντα από την Αθήνα προκάλεσε πολύ μεγάλη εντύπωση, ώστε η ανάμνησή του να αντανακλάται στα έργα του Αριστοφάνη μισό αιώνα μετά. Εξίσου σημαντική είναι η παρουσία του σε αθηναϊκά έργα τέχνης που καλύπτουν το διάστημα 520 έως 440 π.Χ. Σημαντικότερο όλων είναι ο χάλκινος ανδριάντας που είδε ο Παυσανίας στην Ακρόπολη δίπλα σε εκείνον του Ξανθίππου, πατέρα του Περικλή.27 Ένα μαρμάρινο αντίγραφό του σώζεται στην Κοπεγχάγη, ενώ η κεφαλή του ποιητή διασώζεται σε αρκετά ακόμη αντίγραφα.28 Ο Ανακρέων εμφανίζεται τραγουδώντας σε κατάσταση μέθης. Από καιρό έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι δύο ανδριάντες συνδέονται· ίσως να επρόκειτο για σύμπλεγμα με τον Ξάνθιππο να ακούει τον ποιητή. Στη διατύπωση αυτής της θέσης συνέτεινε μια αναφορά του συγγραφέα της Ρωμαϊκής περιόδου Ιμερίου σε ένα ποίημα το οποίο ο Ανακρέων απηύθυνε στον Ξάνθιππο, την εποχή που ακόμη βρίσκονταν στη Σάμο. Το υποτιθέμενο σύμπλεγμα αποδόθηκε στο Φειδία, που σχετιζόταν με το γιο του Ξανθίππου, τον Περικλή.29 Σε πρόσφατη μελέτη πάντως υποστηρίχτηκε η άποψη ότι τα δύο έργα που είδε ο Παυσανίας στην Ακρόπολη δε σχετίζονται, ενώ ακόμη και η σχέση των ρωμαϊκών αντιγράφων με το πρωτότυπο του 5ου αι. π.Χ. αμφισβητήθηκε.30

Τρία αττικά ερυθρόμορφα αγγεία από τα τέλη του 6ου και τις αρχές του 5ου αι. π.Χ. αποτελούν αδιάψευστες μαρτυρίες της δραστηριότητας του Ανακρέοντα στην Αθήνα. Σε μια κύλικα ο ποιητής είναι γυμνός μεταξύ δύο έφηβων κωμαστών και παίζει βάρβιτο. Σε μια λήκυθο ο Ανακρέων είναι γενειοφόρος και φορά το τυπικό ένδυμα των Ιώνων ποιητών, όπως το περιγράφει ο Αριστοφάνης: μίτρα στα μαλλιά, λεπτό και κομψό ιωνικό χιτώνα. Τέλος, σε θραύσματα κρατήρα, το όνομα Ανακρέων αναγράφεται πάνω στο βάρβιτο γενειοφόρου κωμαστή που φορά το χαρακτηριστικό ένδυμα και φέρει στην κεφαλή σάκκο.31 Οι παραστάσεις αυτές συνδέονται με μια ευρύτερη ομάδα 70 περίπου αγγείων που παρουσιάζουν, μεμονωμένους ή ανά ομάδες, κωμαστές με ίδια ή παρόμοια ενδυμασία, που κρατούν βάρβιτο, σκιάδιο και σπανιότερα φορούν ενώτια. Οι μελετητές διχάζονται για το αν πρέπει να θεωρήσουν το σύνολο των παραστάσεων ως μαρτυρίες για τη δράση του Ανακρέοντα και της παρέας του στην Αθήνα ή για το αν πρόκειται για γενικευτικές απεικονίσεις ποιητών και κωμαστών χωρίς ιστορική αξία.32 Όσο για το ένδυμα του Ανακρέοντα και των συντρόφων του, έχουν διατυπωθεί αντικρουόμενες απόψεις: κατ’ άλλους αποτελεί ένδειξη θηλυπρέπειας, κατ’ άλλους μαρτυρά ανατολική επιρροή ή συνδυάζει και τα δύο φανόμενα.33

Υστερότερες απεικονίσεις φανερώνουν τη δημοτικότητα του Ανακρέοντα κατά την Αυτοκρατορική Ρωμαϊκή περίοδο. Σε ψηφιδωτό της Σπάρτης, που χρονολογείται στον 3ο αι. μ.Χ., σώζεται μόνο το όνομά του. Ο ποιητής έχει αναγνωριστεί στη μορφή του μουσικού που παίζει λύρα σε νομίσματα της Τέω. Τέλος, ανδριάντες του αναφέρονται σε επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας, μάλλον όμως πρόκειται για φανταστικά έργα.34

1. Αριστφ., Θεσμ. 160· Στράβ. 14.644.

2. Σούδ., βλ. λ. «Ανακρέων». Οι άλλοι τρεις είναι ο Εύμελος, ο Παρθένιος και ο Αριστόκριτος.

3. Ευσ., Χρον.

4. Στο Σούδ., βλ. λ. «Ανακρέων» αναφέρονται και οι δύο ημερομηνίες.

5. Λουκ., Μακρ. 26.

6. Val. Max. 9.8.

7. Αριστόξ., Βίος Πυθαγόρα 12· Σούδ., βλ. λ. «Ανακρέων», τοποθετεί λανθασμένα τη μετάβαση του Ανακρέοντα στα Άβδηρα την περίοδο του Ιστιαίου, το 500 π.Χ.

8. Στράβ. 14.638.

9. Ο Ιμέριος 31.4 αναφέρει ότι ο Ανακρέων υπήρξε διδάσκαλος του Πολυκράτη του νεότερου, γιου του τυράννου της Σάμου, στην ποίηση και τις τέχνες. Αλλού, ο ίδιος συγγραφέας (5.3) αναφέρει ότι στην αυλή του Πολυκράτη ο Ανακρέων συνέθεσε για κάποιον ξανθό νέο, το Μεγίστη. Ο Μάξιμος της Τύρου, 37.5, εξηγεί χαρακτηριστικά ότι ο Ανακρέων απάλυνε την αρχή του Πολυκράτη στους Σαμίους με το να αναμείξει την τυραννία με τον έρωτα, την ομορφιά του Σμερδίη και του Κλεοβούλου, τη μουσική του Βαθυκλή και τα ιωνικά τραγούδια.

10. Ηρ. 3.122. Ο Πολυκράτης αναφέρεται από τον Ανακρέοντα: Στράβ. 14.638. Βλ. Labarbe, J., «Un putsch dans la Grèce ancienne», Anc. Soc. 5 (1974), σελ. 21-41.

11. Ψευδο-Πλάτ., Ίππαρχ. 228β.

12. Πλάτ., Χαρμ. 157ε. Εραστής του Κριτία: σχόλιο σε Αισχ., Πρ. 128.

13. Σχόλιο σε Αισχ., Πρ. 128.

14. Παλ. Ανθ. 6.142 και 6.136.

15. Παλ. Ανθ. 7.24 και 7.25.

16. Η επικρατέστερη ανασύνθεση της ζωής του παρουσιάζεται από τον Bowra, C.M., Greek Lyric Poetry² (Oxford 1961), σελ. 284-316: Τέως – Άβδηρα – Σάμος – Αθήνα – Φάρσαλος – Τέως. Ο Campbell, D.A., Greek Lyric, II (Loeb Classical Library, Cambridge, Mass. 1988), παρεμβάλλει μεταξύ Αβδήρων και Σάμου την Αθήνα. Παρόμοια άποψη από τη Rosenmeyer, P.A., The Poetics of Imitation. Anacreon and Anacreontics (Cambridge 1992), σελ. 14, ο οποίος θεωρεί ότι ο Ανακρέων επέστρεψε στην Αθήνα από τη Θεσσαλία.

17. Παλ. Ανθ. 6.138= IG I³ 1014. Βλ. Labarbe, J., “Sur l’épigramme IG I² 834”, Akten des IV. Internationales Kongress für griechische und lateinische Epigraphik, Wien 17. bis 22. Sept. 1962 (Wien 1964), σελ. 202-213· La Bua, V., “Su Silosonte I e II, Anacreonte e IG I² 834”, Xenia. Scritti in onore di Piero Treves (Roma 1985), σελ. 95-101· Aloni, A., “Anacreonte a Atene. Datazione e significato di alcune iscrizioni tiranniche”, ZPE 130 (2000), σελ. 81-94.

18. Αριστφ., Θεσμ. 162-163. Βλ. McIntosh Snyder, J., “Aristophanes’ Agathon as Anacreon”, Hermes 102 (1974), σελ. 243-246.

19. Sen., Ep. 88

20. Cic., T.D. 4.71.

21. Κλεάνθης της Κυζίκου σε Αθήν. 4.175e. Πηγές που συνδέουν τον ποιητή με το βάρβιτο: Κριτίας, απόσπ. 8D· Αθήν. 13.600d-e, 4.182f· Παλ. Ανθ. 7.25· Ανακρεοντικά 2.7, 15.34, 23.3, 43.4 και 60.1.

22. Ποσειδ. σε Αθήν. 14.635c.

23. Κριτίας, απόσπ. 8 D σε Αθήν. 13.600d-e.

24. Ανακρεοντικά: Page, D.L., Poetae Melici Graeci (Οxford 1962)· Campbell, D.A., Greek Lyric, II (Loeb Classical Library, Cambridge, Mass. 1988).

25. Σχόλιο σε Πίνδ., Ι. 2.1.

26. Μάξιμος Τύρου 21.7.

27. Παυσ. 1.25.1.

28. Μια κεφαλή στο Μουσείο του Καπιτωλίου φέρει την επιγραφή «ΑΝΑΚΡΕΩΝ ΛΥΡΙΚΟΣ». Το αντίγραφο της Κοπεγχάγης, γνωστό ως Ανακρέων Borghese, ανάγεται στην περίοδο των Αντωνίνων (2ος αι. μ.Χ.). Poulsen, F., “Iconograpic Studies in the Ny Carlsberg Glyptothek I. Anakreon”, From the Collection of the Ny Carlsberg Glyptothek I (Copenhagen 1931), σελ. 1-31· Richter, G.M.A., The Portraits of the Greeks, II (London 1965), σελ. 75-78· Brusini, S., “L’Anacreonte Borghese: Una nuova proposta di lettura”, RdA 20 (1996), σελ. 59-74.

29. Σύμπλεγμα: Frel, J., Greek Portraits in the Getty Museum (Malibu 1981), σελ. 31. Άλλοι το απέδωσαν στον Κρησίλα, τον Κολώτη ή τον Πυθαγόρα από το Ρήγιο.

30. Ridgway, B. S., “An Issue of Methodology: Anakreon, Perikles, Xanthippos”, AJA 102 (1998), σελ. 717-738.

31. Κύλικα: Richter, G.M.A., The Portraits of the Greeks, II (London 1965), εικ. 291. Λήκυθος: Price, S., “Anacreontic Vases reconsidered”, GRBS 31 (1990), πίν. 3b. Κρατήρας: Immerwahr, H.R., “Inscription of the Anakreon Krater in Copenhagen”, AJA 69 (1965), σελ. 152-154, πίν. 47.

32. Ανακρέων και η αθηναϊκή παρέα του: Παπασπυρίδη-Καρούζου, Σ., “Anacréon à Athènes”, BCH (1942-1943), σελ. 248-254· Beazley, J.D. – Caskey, L.D., Attic Vase Paintings in the Museum of Fine Arts, Boston, II (Oxford 1954), σελ. 58-60. Γενικευτική εικονογραφία: Frontisi-Ducroux, F. – Lissarrague, F., “De l’ambuigité à l’ambivalence: un parcours dionysiaque”, AION 5 (1983), σελ. 11-32, πίν. 2-15· Price, S.D., “Anacreontic Vases Reconsidered”, GRBS 31 (1990), σελ. 133-175.

33. Θηλυπρέπεια: Beazley, J.D. – Caskey, L.D., Attic Vase Paintings in the Museum of Fine Arts, Boston, II (Oxford 1954), σελ. 58-60· Délavaud-Roux, M.-H., «L’énigme des danseurs barbus au parasol», RA (1995), σελ. 227-263· Miller, M.M., «Reexamining Transvestism in Archaic and Classical Athens: The Zewadski Stamnos», AJA 103 (1999), σελ. 223-253. Ανατολική επίδραση: De Vries, K., «East Meets West at Dinner», Expedition 15.4 (1973), σελ. 32-39· Boardman, J. – Kurtz, D.C., «Booners», Greek Vases in the Getty Museum 3 (Malibu 1986), σελ. 35-70· Price, S.D., «Anacreontic Vases Reconsidered», GRBS 31 (1990), σελ. 133-175. Συνδυασμός: Frontisi-Ducroux, F. – Lissarrague, F., «De l’ambuigité à l’ambivalence: un parcours dionysiaque», AION 5 (1983), σελ. 11-32, πίν. 2-15.

34. Ψηφιδωτό: BCH 90 (1966), σελ. 795-796, εικ. 1-4· Waywell, S.E., «Roman Mosaics in Greece», AJA 83 (1979), σελ. 303, αρ. 49. Νομίσματα Αυτοκρατορικής περιόδου (Δομιτιανού, Γέτα, Βαλεριανού του Νεότερου): Richter, G.M.A., The Portraits of the Greeks, II (London 1965), εικ. 295-297. Ανδριάντες: Παλ. Ανθ. 9.599 και 16.306.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>